25 Νοε 2013

Διάλογοι με επίκεντρο την κρίση (2)

(To κείμενο της εισηγήσεως του θεολόγου-φιλολόγου Γ. Μπάρλα, που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της συζητήσεως της Κυριακής 24ης Νοεμβρίου 2013)
To θέμα μου είναι ο χριστιανός απέναντι στην κρίση και κατ’ επέκταση απέναντι στον πλούτο. Προφανώς είναι ένα θέμα πολύ γενικό, αλλά θα προσπάθήσω να το περιορίσω σε κάποιες κύριες πτυχές του.
Καταρχάς, το θέμα του χρήματος και των υλικών συνθηκών της ζωής μας, δεν είναι υλιστικό από μόνο του, δεν αποτελεί καθεαυτό αμαρτία. «Αν το πρόβλημα του δικού μου ψωμιού, λέει ο Μπερντιάγεφ, είναι πρόβλημα υλικό, τότε, το πρόβλημα του ψωμιού του πλησίον μου, είναι το πιο επείγον από τα πνευματικά προβλήματα». Επομένως το φετινό θέμα του ΣΕΠ σχετικά με την οικονομική κρίση δεν είναι ένα οικονομικοτεχνικό θέμα για μας, αλλά θέμα κατεξοχήν πνευματικό.


Πώς στέκονται οι χριστιανοί απέναντι στο πρόβλημα του ψωμιού τους και ταυτόχρονα μπροστά στο πρόβλημα του ψωμιού του πλησίον; Ποιος είναι άραγε πιο κοντά σε εμάς; Ο πλούσιος ή ο φτωχός Λάζαρος; Ο άφρων πλούσιος ή ο πλούσιος νέος του σημερινού ευαγγελίου; Θεωρώ ότι πιθανότατα δεν είμαστε οι περισσότεροι σαν τον πλούσιο της παραβολής με τον Λάζαρο. Τόσο πλούσιοι, κάνοντας καθημερινά γλέντια και ζώντας με τον τρόπο αυτό, αν και ενδέχεται να έχουμε λίγη από την αναισθησία του πλούσιου απέναντι στον Λάζαρο. Ίσως, όμως, είμαστε πιο κοντά από όσο νομίζουμε με τον άφρονα πλούσιο. Ο άφρων πλούσιος δεν έκανε τίποτε περισσότερο απ’ ό,τι κάνουν όσοι επενδύουν τα λίγα ή περισσότερα χρήματά τους. Απλώς σκεπτόταν τι θα κάνει για να εξασφαλίσει και να αυξήσει τα εισοδήματά του. Σκεφτόταν ότι η ζωή του δεν θα είχε τέλος, ότι θα μπορούσε να απολαμβάνει τη ζωή και να καταναλώνει συνεχώς. Ήθελε ό,τι θέλουμε όλοι μας: να νιώθει ασφάλεια. Να έχει το μισθό του, την ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη, τη σύνταξή του στα γεράματα. Ενδεχομένως, όπως και ο άλλος πλούσιος, να μην είχε καμιά αντίρρηση να δίνει και λίγο ελεημοσύνη στους φτωχούς -περισσότερο για να καταπραΰνει τις ενοχές του-, ή και να ασκούσε και κάποια θρησκευτικά καθήκοντα, όπως έκανε ο πλούσιος του σημερινού ευαγγελίου. Πίστη όμως δεν είχε. Η πίστη του ήταν στα λεφτά, στην ασφάλεια που προκύπτει από αυτά. Όλα τα άλλα ήταν απλώς φιοριτούρες. Ο Θεός απουσίαζε εντελώς από τις σκέψεις του. Θεωρώ λοιπόν ότι αν ψάξουμε οι χριστιανοί καλά τον εαυτό μας, θα βρούμε πολλά κοινά στοιχεία με τον άφρονα πλούσιο και ίσως τότε να μη χρειαστεί να έρθει να μας ξυπνήσει από το λήθαργο ο Θεός, όπως συνέβη στην παραβολή. Λείπει περισσότερο από όσο πιστεύουμε, λοιπόν, η εμπιστοσύνη στον Θεό. Οι περισσότεροι θέλουμε την εξασφάλιση που προκύπτει από τις υλικές συνθήκες του βίου μας, θέλουμε να ζούμε ανεξάρτητοι και αυτόνομοι από τους άλλους και από τον Θεό –όπως όλοι οι μοντέρνοι άνθρωποι.

Ειδικότερα τώρα, απέναντι στο πρόβλημα του ψωμιού του άλλου η στάση μας είναι λίγο-πολύ η εξής: ελεημοσύνη στο μέτρο του δυνατού στην καλύτερη περίπτωση ή, συνηθέστατα, πολύ λιγότερο από το δυνατό. Εξαρτάται κι εδώ από το μέγεθος της πίστης του καθενός. Πέραν της ελεημοσύνης, το ενδιαφέρον μας για ενασχόληση με τις αιτίες της υλικής δυστυχίας του κόσμου συνήθως απουσιάζει εντελώς. Κι εδώ θέλω να παραμείνουμε λίγο περισσότερο. Ακούω συνήθως από πιστούς ανθρώπους ότι η οικονομική κρίση μάς κάνει καλό: μας απομακρύνει από τον υπερκαταναλωτισμό, μας αυξάνει την υπομονή, μας κάνει να ξανασκεφτούμε τον Θεό και την παράδοσή μας. Στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει τίποτε από αυτά: ο πολιτισμός μας παραμένει καταναλωτικός -απλώς προσδοκούμε να αναστηθεί η παλιά κατάσταση που μας έδινε τη δυνατότητα να καταναλώνουμε χωρίς πολύ κόπο-, η υπομονή γίνεται απόγνωση ελλείψει μέλλοντος και η επιστροφή στην πίστη και τον Θεό παραμένει ευσεβής πόθος. Η οικονομική καταστροφή σημαίνει σταδιακό θάνατο για πολλούς συνανθρώπους μας, αυξάνει την απόγνωση και τον φθόνο για όσους αντέχουν ακόμη –κοντολογίς όχι μόνο δεν προέκυψε κανένα καλό αλλά η καταστροφή σε λίγο θα είναι καθολική.


Γιατί οι χριστιανοί δεν συμμετέχουμε πιο ενεργά στο θέμα του ψωμιού του πλησίον, πέραν της ελεημοσύνης; Γιατί δεν θεωρούμε μείζον θέμα αυτό της κοινωνικής αδικίας; Μια πρώτη αιτία, που δεν χρειάζεται να την αναλύσουμε, είναι ότι φοβόμαστε μη μας πουν κομμουνιστές. Αυτό το ξεπερνώ. Μια άλλη αιτία είναι ότι οι σχέσεις εκκλησίας και πολιτικής εξουσίας είναι σχεδόν πάντα αγαστές. Μια επιπλέον αιτία είναι ότι δεν το θεωρούμε θέμα πνευματικό. Ξεχνάμε ότι ο Θεός εμπλέκεται στην ανθρώπινη ιστορία, ότι είναι ο Θεός που έβγαλε από την Αίγυπτο τον καταδυναστευόμενο εκεί ισραηλιτικό λαό, ότι απελευθέρωσε τους φτωχούς και αδύναμους από την κυριαρχία των δυνατών και πλουσίων. Θεωρούμε οι χριστιανοί συχνά ότι αυτά τα θέματα θα λυθούν μια και καλή στη Δευτέρα Παρουσία, οπότε μεταθέτουμε για την αιωνιότητα τη λύση τους. Όμως η Βασιλεία του Θεού έχει έρθει, είναι ο Χριστός και θα φανερωθεί πλήρως στα έσχατα αλλά ώς τότε αποτελεί την κινητήρια δύναμη για μας, έτσι ώστε να μεταμορφώσουμε κατά το δυνατόν την ιστορία έτσι που να ταιριάζει κάπως με την ερχόμενη βασιλεία. Και ενώ ξέρουμε ότι η αγάπη λ.χ. θα φανερωθεί πλήρως στα έσχατα, ωστόσο δεν περιμένουμε μέχρι τότε για να την ζήσουμε όσο μπορούμε. Περιέργως όμως ανεχόμαστε με ήσυχη τη συνείδηση την τεράστια κοινωνική αδικία (που δεν είναι τίποτε άλλο παρά έλλειψη αγάπης), παραπέμποντας στα έσχατα τη λύση της. Ασφαλώς δεν μιλάμε για λύση του θέματος αυτού αλλά για προσπάθεια περιορισμού του, από αγάπη και ενδιαφέρον για τον άλλον. Όπως όταν αγαπάς, προετοιμάζεις την έλευση της Βασιλείας του Θεού έτσι και με το να προσπαθείς να δημιουργήσεις μια κοινωνία δίκαιη εντάσσεσαι στο κίνημα της σωτηρίας, που πορεύεται για τα έσχατα και την οριστική πραγμάτωσή του. Το να σιωπούμε και να αδιαφορούμε για την αδικία που υπάρχει στον κόσμο κι εδώ δίπλα μας, συμβάλλουμε στο να μεγαλώσει η απόσταση που μας χωρίζει από τη βασιλεία του Θεού και τον τρόπο ζωής που μας οδηγεί σε αυτήν. Είναι σαν να συντασσόμαστε με την αμαρτία και κάποιες από τις μορφές της: τη λεηλασία, την αδικία, την εκμετάλλευση. Η αμαρτία, πάνω απ’ όλα, είναι ρήξη με τον Θεό, είναι δίπλα μας, είναι κατάργηση της ενότητας των ανθρώπων μεταξύ τους, είναι εγωισμός και κλείσιμο στον εαυτό. Αλλά και η σωτηρία βρίσκεται μέσα στην ιστορία, από τότε μάλιστα που ο Θεός έγινε άνθρωπος, είναι η κοινωνία των ανθρώπων με τον Θεό και μεταξύ τους. Η ώρα της Κρίσης είναι ουσιαστικά κάθε στιγμή. Ο χρόνος είναι ευκαιρία δράσης, είναι η αποφασιστική στιγμή, η αντιμετώπιση της ιστορίας σαν κάθε στιγμή να είναι αποφασιστική (Μπένγιαμιν). Επομένως το να φτιάξουμε έναν κόσμο δίκαιο και αλληλέγγυο είναι κατεξοχήν μια χριστιανική απαίτηση κάθε στιγμή.

Κάτι ακόμη που μας κάνει να αδρανούμε είναι η καταφυγή στην πνευματική ζωή. Προσευχόμαστε για τους φτωχούς, προσευχόμαστε γενικά, νηστεύουμε, εκτελούμε τα θρησκευτικά μας καθήκοντα. Η πνευματική ζωή όμως δεν χρησιμεύει ως καταφύγιο από τις δυστυχίες του κόσμου. Δεν είναι μια απόδραση από τη ζωή. Αντιθέτως πρέπει να γίνει η αφορμή για να συναντήσουμε τον κόσμο και να προσπαθήσουμε να τον μεταμορφώσουμε. Απέναντι σε έναν ζητιάνο δεν μπορεί μόνο να σταθείς και να κάνεις προσευχή. Θα εξακολουθεί να πεινάει. Ούτε μπορείς μόνο να του πεις ότι ο Θεός τον αγαπάει, αλλά για κάποιο περίεργο λόγο τον αφήνει άστεγο και πεινασμένο. Αν ο Θεός είναι μαζί με τους φτωχούς, αυτό κάτι πρέπει να σημαίνει για αυτούς και για τους χριστιανούς.

Για να γίνουμε πιο επίκαιροι και πιο συγκεκριμένοι: τι κάνουμε σήμερα οι χριστιανοί απέναντι στην παγκόσμια οικονομική κρίση; Καταρχάς να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό είναι ένα θέμα που μας αγγίζει, που έχουμε ευθύνη απέναντι σ’ αυτό. Έτσι θα αρχίσουμε να ενδιαφερόμαστε για τις αιτίες της οικονομικής κρίσης σήμερα και να αρχίσουμε να ανησυχούμε μήπως είμαστε μέρος του προβλήματος και να δούμε πώς μπορούμε να συμβάλλουμε στην άμβλυνσή του. Ή θα είμαστε με τον Θεό ή με τον Μαμμωνά. Αν είμαστε με τον Θεό πρέπει να παλέψουμε εναντίον του Μαμμωνά. Ο χριστιανός διεξάγει αγώνα εναντίον του Μαμμωνά όχι μόνο σε ατομικό-προσωπικό επίπεδο αλλά και για χάρη των άλλων. Αν οι υπηρέτες του Μαμμωνά, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι θα ζήσουν για πάντα με την τακτική τους διαλύουν την κοινωνία, τότε πρέπει να αντιδράσουμε. Αν η οικονομία δεν είναι προσαρμοσμένη στην κοινότητα αλλά στο συμφέρον κάποιων, αν η οικονομία καταστρέφει τις ζωές των ανθρώπων, την πατρίδα και το περιβάλλον, αν έχει παντελώς αποσυνδεθεί από την ηθική, τότε οι χριστιανοί οφείλουμε να είμαστε αντίθετοι. Αφού τα πάντα ανήκουν στον Θεό κι εμείς είμαστε χρήστες των αγαθών του, δεν μπορεί να κοιμόμαστε ήσυχοι όταν κάποιοι ελάχιστοι σφετερίζονται τα αγαθά του Θεού καταστρέφοντας την ανθρώπινη ζωή.

Ασφαλώς οι χριστιανοί σήμερα δεν έχουμε τη δυναμική που υπήρχε στο βυζάντιο ή σε άλλες μορφές της παραδοσιακής κοινωνίας. Επομένως, δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά πράγματα. Μπορούμε όμως να αρχίσουμε να θεωρούμε καθήκον μας την ενασχόληση με το θέμα του ψωμιού του πλησίον. Μπορούμε επίσης να συμβάλλουμε ή να ενισχύσουμε τη διαμόρφωση πολιτικών, θεσμών και μορφών δράσης που θα έχουν ως αφετηρία μια οικονομία που θα λειτουργεί αρμονικά με την κοινωνία και το περιβάλλον και, επίσης, να είμαστε αντίθετοι με την παγκόσμια τάξη (αταξία) που έχει ως σκοπό την υποδούλωση του ανθρώπου και τη διάλυση του πλανήτη καθώς και την αρπαγή και λεηλασία των δώρων του Θεού προς όλους τους ανθρώπους. Ασφαλώς δεν θα καταργηθεί η κοινωνική αδικία, είναι όμως σημαντικό να περιοριστεί. Οι ενέργειες των παγκόσμιων οργανισμών, όπως του ΔΝΤ, της παγκόσμιας τράπεζας και άλλων τέτοιων φορέων, πρέπει να θεωρούνται απειλή για τη ζωή στον πλανήτη και καθιστούν απαραίτητη την αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων που πλήττονται από αυτούς. Όπου μπορούμε, οι χριστιανοί πρέπει να είμαστε πρωτοπόροι σε αυτού του είδους την αλληλεγγύη, χωρίς ασφαλώς να πριμοδοτούμε τη χρήση βίας ή επαναστάσεων που συνήθως καταλήγουν σε μια άλλη μορφή βίας από αυτή απέναντι στην οποία επαναστατούν. Καταδικάζουμε την οικονομική παγκοσμιοποίηση, διεκδικούμε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια κάθε ατόμου και των χωρών που αδικούνται και καταδικάζονται σε εξαθλίωση, προάγουμε την αλληλεγγύη όχι μόνο με τη μορφή της ελεημοσύνης αλλά και της διεκδίκησης διαχείρισης της ζωής με δίκαιο, συμμετοχικό και βιώσιμο τρόπο, δεν κερδοσκοπούμε οι ίδιοι συμμετέχοντας με τον τρόπο μας στη λογική της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, υπενθυμίζουμε όπου μπορούμε την καταλήστευση των πλούσιων χωρών προς κάποιες άλλες χώρες, συνήθως του Νότου, καταδικάζουμε την αξίωση ορισμένων να υπονομεύσουν την κυριαρχία του Θεού επί της γης, παλεύουμε για την επικράτηση της δικαιοσύνης του Θεού, είμαστε σε κάθε περίπτωση με το μέρος των φτωχών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου